Μεθυσμένοι ξεν(οι)έρωτες

Παραπατώντας σε μεθυσμένους κύκλους πάνω στο πάτωμα κάποιου ξεχασμένου μπαρ, παραμιλώντας σε μια γλώσσα που ήξερε πως κανείς δεν ήξερε, σκόνταψε πάνω στο πρόσωπο του χθεσινού ονείρου, της αυριανής επιθυμίας. Χαμογέλασε με μισόκλειστα μάτια, κι εφόσον είχε ανταπόκριση αποφάσισε να μιλήσει. Τίποτα. Η μεθυσμένη γλώσσα σαν άνοιγε το στόμα αρνούνταν να βγάλει ήχους. Ήταν πρόθυμη όμως να εξωτερικεύσει όλα όσα είχε εσωτερικεύσει πριν κάτι ώρες. Γι αυτό αποφάσισε το στόμα να κλείσει και να απομακρυνθεί. Στον τελευταίο παραζαλισμένο κύκλο αυτής της τραγωδίας, τα πόδια λύγισαν κι όλα σκοτείνιασαν... Χέρια σήκωσαν το σώμα ψηλά, το ακούμπησαν πάνω στο δικό τους σώμα, τα χείλη φίλησαν το μέτωπο και ψιθύρισαν μέσα στο σκοτάδι "Ώρα να σε πάμε για ύπνο". Ήξερε το δρόμο, το σπίτι, πού να βρει τα κλειδιά, σε ποιό δωμάτιο να αφήσει το σώμα (αυτό που αύριο δεν θα θυμόταν τίποτα) κι όπως αθόρυβα κι απρόσωπα εισέβαλε, το ίδιο απαλά αποχώρησε για άλλο ένα βράδυ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου